Σε σχετικά μικρή απόσταση από τη Χώρα της Σκοπέλου, επάνω στο βουνό Παλούκι σε μια περιοχή όπου βρίσκονται διάσπαρτα ιστορικά μοναστήρια, όπως αυτό της μεταμόρφωσης του Σωτήρος και της Αγίας Βαρβάρας, θα βρείτε το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου.
Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης ιστορίας του λειτούργησε άλλοτε ως ανδρική και άλλοτε ως γυναικεία Μονή. Μετά από την κοίμηση των καλοσυνάτων καλογριών που ζούσαν εκεί μέχρι πριν λίγα χρόνια, λειτουργεί πλέον ως ανδρική Μονή.
Ανακαινίσθηκε το 1721, σύμφωνα με χρονολογία που υπάρχει στο υπέρθυρο του Ναού, από τον ηγούμενο Φιλάρετο. Υπέστη καταστροφές από σεισμούς και κεραυνούς στις αρχές του 19ου αιώνος και ανασυγκροτήθηκε με τη συνδρομή του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Στην ακμή της η Μονή είχε 3 μετόχια επάνω στη Σκόπελο: το ένα στον «Καλόγηρο», το δεύτερο στη «Γλώσσα» και το τρίτο στο «Έλιος». Επίσης, μετόχι της υπήρξε και η εκκλησία της Παναγίας Ελευθερώτριας στο «Μάρμαρο». Διέθετε ελαιοτριβείο και νερόμυλο. Μετά το 1821 άρχισε η ερήμωση της Μονής.
Στη συνέχεια με τον αντιεκκλησιαστικό νόμο των Βαυαρών το 1834, με τον οποίο διαλύθηκαν πάνω από 400 μοναστήρια, είχε την ίδια τύχη και το εν λόγω Μοναστήρι. Οι λιγοστοί πατέρες απομακρύνθηκαν, η περιουσία του δημεύθηκε και εν συνεχεία λεηλατήθηκε από τους ισχυρούς της εποχής. Μόλις πρόλαβε ο τελευταίος Επίσκοπος Σκοπέλου, Ευγένιος Οικονόμου, να διαφυλάξει λίγα ιερά κείμενα και ιερά λείψανα και να τα αποθησαυρίσει στον καθεδρικό ναό της του Χριστού Γεννήσεως.
Το 1868 ο αρχιεπίσκοπος Χαλκίδος Καλλίνικος Καμπάνης «ζήτησε από το Υπουργείο των Εκκλησιαστικών την ανόρθωση της εν Σκοπέλου Μονής του Τιμίου Προδρόμου, έχουσα μετόχια την του Αγίου Ρηγίνου Μονήν και την της Ζωοδόχου Πηγής» στο ερημονήσι Πιπέρι.
Το 1894 ακολούθησε νέα περίοδος ακμής, με την εγκατάσταση στη Μονή του Γέροντος Σωφρονίου Κεχαγιόγλου από τη Ραιδεστό της Θράκης, θεολόγος από την Θεολογική Σχολή της Χάλκης στην Κωνσταντινούπολη, που είχε ασκηθεί προηγουμένως στα καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και είχε διατελέσει για λίγο ηγούμενος στη Μονή Ευαγγελισμού Σκιάθου.
Ο Γέροντας Σωφρόνιος επισκεύασε την από χρόνια εγκαταλειφθείσα Ιερά Μονή, καλλιέργησε τα γύρω κτήματα, φύτευσε τεράστιο αμπελώνα (ο οποίος παρήγαγε τον περίφημο «μπρούσικο» οίνο γνωστό και ως «Προδρομίτικο»), και το σημαντικότερο, κατέστησε τη Μονή κέντρο πνευματικής οικοδομής συστήνοντας αδελφότητα μοναζουσών, οι οποίες αρχικά διέμεναν στη Μονή Αγίας Βαρβάρας.
Ο Αλεξ Μωραϊτίδης συνδέεται επίσης με τον Αγιορείτη Γέροντα θεολόγο από τη Ραιδεστό της Θράκης Σωφρόνιο Κεχαγιόγλου τον οποίον παροτρύνει μαζί με τον Ππδ, να αναλάβει την ηγουμενία της Μονής του Ευαγγελισμού στη Σκιάθο, κάτι που έγινε στα 1887. Το 1894 ο Γέρων Σωφρόνιος μεταβαίνει στη Σκόπελο και ανασταίνει τη Μονή του Προδρόμου. Σε επιστολή της 5ης Ιουνίου 1926 του Μωραϊτίδη στον Γέροντα, αποκαλύπτει μάλιστα πως επιθυμούσε να πάει κοντά του και να μονάσει στη Σκόπελο, όπως και ο κοινός τους φίλος Άγιος Νεκτάριος!
ΑπάντησηΔιαγραφή